Στις ΗΠΑ έχουν γυριστεί εκατοντάδες ταινίες με θέμα την επίθεση του Λευκού Οίκου, του Καπιτωλίου και άλλως κυβερνητικών θεσμών. Την ημέρα των φώτων νιώσαμε ότι βλέπαμε μία ακόμα ταινία να εξελίσσεται μόνο που το σενάριο ήταν αληθινό και οι πρωταγωνιστές πραγματικοί.
Σε αυτό το άρθρο θα προσπαθήσουμε να βρούμε τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτά τα πρωτοφανή γεγονότα σε μία χώρα μάλιστα όπου οι κυβερνήσεις της προσπαθούν να διαδώσουν την δημοκρατία σε άλλα μέρη του κόσμου.
Ο Ντόναλτ Τράμπ και οι υποστηρικτές του
Ο Τράμπ είναι το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό κάποιου που προσπαθεί να απαντήσει στον τίτλο του άρθρου. Και όντως, ο Τράμπ χρησιμοποιεί έντονη ρητορική μίσους εναντίων των αντιπάλων του. Από το 2016, η επικοινωνιακή του ατζέντα εστίαζε στην “διεφθαρμένη” Hilary Clinton η οποία μάλιστα του έδωσε την εκλογική νίκη. Συνέχισε σε όλη του τη θητεία να αμφισβητεί τις προθέσεις των πολιτικών του αντιπάλων και στις τελευταίες προεδρικές εκλογές επιτέθηκε σκληρά στον αντίπαλο του με έμφαση στο κατά πόσο είναι έξυπνος ή “κοιμισμένος” όπως χαρακτηριστικά τoν αποκαλούσε.
Η ρητορική μίσους έχει πλέον καθιερωθεί στις ΗΠΑ. Η αλλαγή σε αυτό το επίπεδο είναι ραγδαία. Το 2008 ο ρεπουμπλικανός υποψήφιος για την προεδρία και αντίπαλος του Obama, John McCain όταν τα μέλη του κόμματος του προσπαθούσαν να επιτεθούν τον αντίπαλο του σε προσωπικό επίπεδο, εκείνος τους έπαιρνε το μικρόφωνο για να τον υποστηρίξει. Σήμερα, μάλλον ο Τραμπ θα έλεγε χειρότερα…
Η αναζωπύρωση της πόλωσης
Υπάρχει λόγος όμως που ο Τράμπ έχει ανταπόκριση σε αυτά που λέει. Οι ένθερμοι υποστηρικτές θυμίζουν χούλιγκαν του ποδοσφαίρου και αυτό αποδεικνύει τον οπαδισμό που επιδεικνύεται στην Αμερική για τα κόμματα και ενισχύεται όλο και περισσότερο προβάλλοντας εν τέλη ένα σαφέστατο πρόβλημα παιδείας στην χώρα. Λάδι στην φωτιά έρχονται και ρίχνουν τα φαινόμενα ρατσιστικών επιθέσεων και αστυνομικής βίας ενώ η οικονομική κρίση που αναπόφευκτα θα φέρει η πανδημία φέρνει ακόμα περισσότερες προκλήσεις για τον Τζό Μπάιντεν ο οποίος καλείται να ανατρέψει την κατάσταση τα τέσσερα επόμενα δύσκολα χρόνια.
Τα περιστατικά των τελευταίων μηνών έχουν αναζωπυρώσει την πόλωση. Τα φαινόμενα ρατσισμού σε συνδυασμό με τα φαινόμενα αστυνομικής βίας έχουν αφυπνίσει τις μνήμες του εμφυλίου πολέμου. Οι προεδρικές εκλογές αυτό που στην ουσία έκαναν ήταν να φέρουν όλα αυτά τα γεγονότα στην επιφάνεια.
Το εκλογικό σύστημα
Το σύνταγμα των ΗΠΑ εκ των πραγμάτων βρίσκεται σε κρίση. Ο απερχόμενος πρόεδρος αμφισβητεί ξεκάθαρα όχι μόνο το αποτέλεσμα αλλά και την διαδικασία. Το 2000, όταν ο Αλ Γκορ αμφισβητούσε το αποτέλεσμα, το έκανε καθώς η νίκη του George W. Bush ήταν τόσο οριακή που μία λάθος καταμέτρηση του αρκούσε για τη νίκη. Από την άλλη ο Τραμπ, υποστηρίζει ότι υπήρχε συγκροτημένο σχέδιο εναντίων του σε πολλές πολιτείες για να χάσει εκ των προτέρων. Μάλιστα, ο ίδιος έχει υποστηρίξει ότι θεωρούσε ότι κάτι τέτοιο θα γινόταν με τις επιστολικές ψήφους, με τις οποίες ο Τράμπ διαφωνούσε κάθετα βάζοντας τες στο επίκεντρο σε όλη του την προεκλογική εκστρατεία.
Το πρόβλημα έγκειται κυρίως στο ποιος καθορίζει τους κανόνες του παιχνιδιού. Στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, κάθε πολιτεία εκλέγει κάποιους εκλέκτορες ανάλογα με τον πληθυσμό. Το πως θα κατανεμηθούν οι εκλέκτορες και με ποιόν τρόπο το αποφασίζει η κάθε πολιτεία με το τοπικό της νομοθετικό σώμα. Στην πλειοψηφία τους, οι πολιτείες δίνουν όλους τους εκλέκτορες στον νικητή της πολιτείας (με εξαίρεση 2 πολιτείες που έχουν επιλέξει διαφορετικό τρόπο). Πέρα όμως από το μοίρασμα των εκλεκτόρων, τα πολιτειακά νομοθετικά σώματα ρυθμίζουν και άλλες πτυχές της διαδικασίας και η πανδημία έφερε στην επιφάνεια το γεγονός αυτό κυρίως λόγο του βάρους που απέκτησαν οι επιστολικές ψήφοι.
Σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία (όπως στην Ελλάδα) είναι δεδομένο ότι τους εκλογικούς κανόνες του κοινοβουλίου τους καθορίζει το ίδιο το κοινοβούλιο. Όποιες ατέλειες και εάν έχει ο συγκεκριμένος τρόπος, θεωρείται ότι οι πολιτικοί αντίπαλοι έχουν έρθει σε κάποιου είδους συμφωνία για τους κανόνες.
Στην Αμερική, οι αντίπαλοι δεν έχουν λόγο πάνω σε αυτό. Τον τρόπο με τον οποίο θα δοθούν οι εκλέκτορες στις ΗΠΑ τον αποφασίζουν τα εκάστοτε νομοθετικά σώματα της κάθε πολιτείας.
Εν τέλη, το σύστημα φάνηκε απροετοίμαστο να ανταπεξέλθει στην αμφισβήτηση του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών που βασίζονταν εκ των πραγμάτων στην παραδοχή της ήττας από τον αντίπαλο.