Κύριος παρονομαστής της σύγχρονης πραγματικότητας είναι η κρίση σε αξίες, θεσμούς και ιδανικά. Η κρίση των πολιτικών θεσμών συνιστά ένα πολύπλοκο φαινόμενο, το οποίο γνωρίζει ιδιαίτερη έξαρση από το ξέσπασμα της κρίσης του 2008 και έπειτα. Οι επιπτώσεις στην κοινωνία είναι αξιοσημείωτες.
Τα δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας, αλλά και ο φονικός Sars Covid 19 έχουν συνδράμει σε μια κρίση αξιών και πολιτικών θεσμών, καθώς κλονίζεται συθέμελα η πίστη των πολιτών σε αρχές και αξίες, πάνω στις οποίες χτίστηκε για δεκαετίες ο κοινωνικό-οικονομικό-πολιτικός ιστός της χώρας. Η κοινωνία, επίσης, αλλοτριώνεται και παραμένει στάσιμη, καθώς η απαξίωση από πλευράς των πολιτών είναι αυξημένη. Αυτό πηγάζει, κυρίως, από την αυθαιρεσία της εξουσίας από μεριάς πολιτικών προσώπων, που δε δύνανται να διαχειριστούν τα πολύπλοκα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα της χώρας. Κρίνεται εξαιρετικά κρίσιμο να αναφερθεί και ο ρόλος των Μ.Μ.Ε, καθώς αυτά, ως παίκτες διευρυμένης ισχύος, προπαγανδίζουν πολιτικές και συχνά αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη αυτών, διότι ο ρόλος τους κρίνεται καθοριστικός για μελλοντικές προσπάθειες άμβλυνσης του φαινομένου.
Πολιτική Απραξία και Απάθεια
Εκτός από το επίπεδο των πολιτικών θεσμών, σημαντικό στοιχείο για την ένδειξη υγείας ενός πολιτικού συστήματος, συνιστά και ο βαθμός ενασχόλησης με τα κοινά. Στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία η έλλειψη ενδιαφέροντος από πλευράς του μέσου Έλληνα είναι ένα φαινόμενο ταυτόχρονα κρίσιμο και ανησυχητικό. Επί τούτου, η πολιτική απάθεια ανέκαθεν απασχολούσε πολλούς κοινωνικούς επιστήμονες και πολιτικούς αναλυτές : αφορά ένα «κοινωνικό νόσημα», το οποίο μαρτυρά την ύπαρξη σημαντικών παραγόντων που οδηγούν στην ανάδυσή του. Η πολιτική αποδέσμευση των πολιτών αναφέρεται σε μία συγκυρία κατά την οποία, η κοινωνία χάνει τη δημιουργικότητά της, καθώς τα μέλη αυτής αδιαφορούν για τα προβλήματα που υποβιβάζουν την εύρυθμη λειτουργία της.
Η επανειλημμένη παγερή στάση αδιαφορίας που κρατούν οι πολίτες, αφενός απέναντι στη συνεχιζόμενη εκμετάλλευση των μικρομεσαίων από τους ισχυρούς παίκτες του πολιτικού συστήματος και αφετέρου απέναντι στα οξύτατα κοινωνικά φαινόμενα, όπως λόγου χάρη, ο ρατσισμός, η φτώχεια, η ισοπέδωση της Παιδείας, αποτελούν ισχυρά δείγματα της παθητικότητας των μαζών, η οποία κρίνεται σοβαρή και δεν πρέπει να περνά απαρατήρητη. Διαπιστώνεται, δηλαδή, το φαινόμενο, τα άτομα να ενδιαφέρονται αποκλειστικά για το προσωπικό τους συμφέρον, να ασχολούνται μόνο με τα κοινωνικά προβλήματα που επηρεάζουν το περιβάλλον τους και, κυρίως, να παραβλέπουν τις υποχρεώσεις που έχουν απέναντι στο κοινό καλό.
Κρίνεται ορθό να επισημανθεί ότι η κρίση των πολιτικών θεσμών συνιστά μια μεταβλητή, η οποία είναι φανερά εξαρτημένη με την πολιτική απραξία και σύγχυση. Ζητούμενο, ωστόσο, αποτελεί επίσης και ο τρόπος με τον οποίο τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συμβάλλουν στην καλλιέργεια της παρατηρούμενης πολιτικής απάθειας, καθώς η συμβολή τους στη διαδικασία της πολιτικής ποικίλλει. Κοινός τόπος είναι, ότι παρατηρείται μια διχογνωμία σχετικά με το ρόλο των Μ.Μ.Ε κατά τη μετάδοση πληροφορίας, η οποία εντοπίζεται είτε στο “θεμελιώδη” ή είτε στον “οριακό” τους ρόλο ως συλλογικός δρων διαμόρφωσης πολιτικής.
Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας : παίκτες διευρυμένης ισχύος
Τα Μ.Μ.Ε., σαφώς, συντελούν στην υποβάθμιση της Δημοκρατίας, μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο αυθαιρεσίας. Τα συμφέροντα των ισχυρών πολιτικών ελίτ εξαρτώνται από αυτά, καθότι αποτελούν τους ισχυρούς μηχανισμούς αναπαραγωγής τους. Ειδικά τα τηλεοπτικά κανάλια, βρίσκουν έντεχνους τρόπους να προπαγανδίσουν πολιτικές και το γεγονός ότι προβάλλουν περιορισμένες δόσεις αλήθειας, καθιστά τον εντοπισμό της προπαγάνδας πολύ δύσκολο. Η συμβολή τους είναι καταλυτική ως προς τις προσπάθειες ισχυροποίησης των πολιτικών θεσμών και διαλεύκανσης του τοπίου εκμαυλισμού, καθώς μπορούν να συνδράμουν, σεβόμενοι τον κώδικα ηθικής δεοντολογίας, στην αλλαγή κουλτούρας ατομικισμού, στην αφύπνιση των πολιτών και στην αποκάλυψη περιστατικών διαφθοράς.
Πολιτικά κόμματα και θεσμοί σε καθεστώς κρίσης
Από την άλλη, η παγκόσμια υγειονομική κρίση του COVID 19 έχει διαδραματίσει το δικό της ρόλο στη μελέτη της αποτίμησης των κυβερνητικών ικανοτήτων ως προς τη διαχείρισή της κατάρρευσης. Παρά τις προσπάθειες και το πολυεπίπεδο φάσμα δράσεων τα προβλήματα συνεχώς διογκώνονται και ο αριθμός των καταγεγραμμένων κρουσμάτων, επανειλημμένα, αυξομειώνεται. Σαφώς, τα υπάρχοντα κενά δρουν ως καταλυτικοί παράγοντες για τη συνεχιζόμενη απογοήτευση των πολιτών και την απομάκρυνσή τους από την πολιτική πραγματικότητα.
Σύμφωνα με την πανελλαδική έρευνα της “καπα research”, για τον COVID-19, το Δεκέμβριο του 2020, η πλειοψηφία των πολιτών (37/50) απαντά, ότι η κυβέρνηση βρίσκεται στο λάθος μονοπάτι αναφορικά με τη διαχείριση της πανδημίας στη χώρα. Σε πανελλαδική έρευνα της εταιρείας δημοσκοπήσεων και πολιτικής ανάλυσης “Interview” ( 03/12/2020 έως 08/12/2020), το 35% των ερωτώμενων, ποσοστό το οποίο συνιστά την πλειοψηφία του δείγματος, δηλώνει, ότι, ανεξάρτητα από κομματικές τοποθετήσεις και προτιμήσεις, κανένα κόμμα της αντιπολίτευσης δεν κράτησε την πιο υπεύθυνη στάση στο θέμα της υγειονομικής κρίσης (με προτάσεις, με εποικοδομητική αντιπολίτευση κλπ.). Η απογοήτευση από τα κόμματα της ελληνικής πολιτικής σκηνής είναι αδιαμφισβήτητη.
Επιπροσθέτως, αξίζει να αναφερθούν ακόμη δύο πανελλαδικές έρευνες, που αποτυπώνουν με ξεκάθαρo τρόπο την απογοήτευση των πολιτών, για την οποία γίνεται λόγος στο παρόν άρθρο. Σύμφωνα με έρευνα σε δείγμα νεαρών ατόμων, που διεξήγαγε το 2016 η εταιρεία δημοσκοπήσεων MRB Hellas, με Φορέα Ανάθεσης την Αστική Μη – Κερδοσκοπική εταιρεία ΔιαΝΕΟσις, η εμπιστοσύνη στα κόμματα είναι μικρή. Σε δείγμα 1.538 ερωτώμενων το 89,4% έχει βαθμό εμπιστοσύνης στα κόμματα, της κλίμακας του 0-3 με ανώτατο όριο το 10.
Επιπλέον, η ίδια εταιρεία ανέδειξε, ότι το 54,7% των νέων συμμετέχει εθελοντικά σε φιλανθρωπικές, περιβαλλοντικές, αθλητικές και πολιτιστικές οργανώσεις, αποδεικνύοντας έτσι, ότι η ενασχόληση με την πολιτική ίσως να μην είναι τόσο ελκυστική στους νέους. Η αποστασιοποίηση αυτή των νέων και τα χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης, που δείχνουν στα κόμματα, φαίνονται και σε μια πιο πρόσφατη πολιτική έρευνα του 2018, της εταιρείας Public Issue : Σε ερώτηση για το βαθμό εμπιστοσύνης στους θεσμούς της πολιτείας, τα πολιτικά κόμματα και τα Μ.Μ.Ε. κατέχουν την τελευταία θέση. Οι πολίτες απαντούν ότι εμπιστεύονται περισσότερο τα σώματα ασφαλείας, όπως η Αστυνομία και ο Στρατός.
Συζήτηση
Ένας από τους κυριότερους λόγους που οι πολιτικοί θεσμοί της Ελλάδας δεν είναι τόσο ισχυροί, όσο απαιτούν οι συγκυρίες, έγκειται στις εγγενείς αδυναμίες της χώρας, δηλαδή στην παγίωση της ευνοιοκρατίας, αλλά και αντιλήψεων μεμονωμένων παροχών. Η κρίση, μάλιστα, φαίνεται να έχει οξυνθεί από τους ξεπερασμένους θεσμούς. Ο συνδυασμός του τοπικισμού αυτού, αλλά και των δεινών που προξένησε η οικονομική κρίση, καθιστούν την ενίσχυση των υπαρχουσών θεσμών επιτακτική, διότι μόνο έτσι θα επιτευχθεί μεσοπρόθεσμα η ανάπτυξη.
Εν κατακλείδι, η οικονομική κρίση που ταλανίζει τη χώρα από το 2008, αδιαμφισβήτητα, επηρέασε την ποιότητα του πολιτικού προσωπικού και έφθειρε τους θεσμούς της Δημοκρατίας, όπως άλλωστε και σύγχρονη πραγματικότητα της πανδημίας. Προκειμένου να ξεπεραστούν τα εμπόδια, κρίνεται ορθό, να δοθεί προτεραιότητα στη συνταγματική αναθεώρηση, αλλά και σε ουσιαστικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα. Η ελληνική κοινωνία αναμένει ακόμα μεταβολές.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Δημητράκος, Δ. (18.08.2007). Η πολιτική απάθεια. Η Καθημερινή.
Καττή, Α. (2020). Διαφθορά, ανομία και αδιαφάνεια στα ελληνικά ΜΜΕ.
Λαδή Σ., Νταλάκου Β. (2016). Ανάλυση Δημόσιας Πολιτικής. Αθήνα : Παπαζήση
Πλειός, Γ. (2013). Η κρίση και τα ΜΜΕ. Αθήνα : Παπαζήση.
Ράπανος, Β. (2020). Ράπανος: Η κρίση οξύνθηκε από το ξεπερασμένο θεσμικό πλαίσιο.